από την ψυχολόγο – χοροκινητική ψυχοθεραπεύτρια του «Θάλπος» Ευτυχία Νικολοπούλου
Nothing that grieves us can be called little: by the eternal laws of proportion a child’s loss of a doll and a king’s loss of a crown are events of the same size.
Mark Twain
Ο Μαρκ Τουέιν, συγγραφέας του βιβλίου Οι Περιπέτειες του Τομ Σόγιερ, έγραφε ότι οποιαδήποτε απώλεια βιώνουμε είναι σημαντική και δεν έχει κανείς το δικαίωμα να τη χαρακτηρίσει ‘’μικρή’’. Έτσι, η απώλεια της κούκλας ενός παιδιού και η απώλεια του βασιλικού αξιώματος ενός βασιλιά είναι γεγονότα της ίδια αξίας καθώς και τα δύο προκαλούν πόνο στα εμπλεκόμενα άτομα.
Η απώλεια είναι σύμφυτη της ζωής. Από τη στιγμή που γεννιόμαστε ερχόμαστε αντιμέτωποι με την απώλεια η οποία μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Είτε αυτό σημαίνει ότι σαν βρέφη/παιδιά βιώνουμε περιστασιακά στιγμές ματαίωσης των αναγκών μας όπως για παράδειγμα το να μη συντονιστεί ή ανταποκριθεί επαρκώς το βασικό πρόσωπο φροντίδας είτε μιλάμε για άλλου τύπου απώλεια όπως η φυσική απουσία προσώπων λόγω θανάτου ή εγκατάλειψης.
Η απώλεια φέρνει πάντα αλλαγή. Μία αλλαγή της πρότερης οικείας κατάστασης και την προσαρμογή σε νέα δεδομένα που μας επηρεάζουν σε πρακτικό, συναισθηματικό και νοητικό επίπεδο. Αντίστοιχα, κάθε αλλαγή στη ζωή σηματοδοτεί και μία απώλεια καθώς καλούμαστε να αποχωριστούμε και να αποχαιρετήσουμε μία κατάσταση όπως την ξέραμε, να αφήσουμε τον εαυτό μας να βιώσει αυτόν τον πόνο για να αναδυθούμε καινούριοι μέσα από αυτή την εμπειρία που μας διαμορφώνει και έχει τη δυνατότητα να μας εξελίξει. Έτσι, η αλλαγή και η απώλεια είναι δύο έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες. Δεν υπάρχει εξέλιξη χωρίς να χάνεται κάτι (Neimeyer, 2006).
Διαφορετικά είδη απώλειας
Σε γενικές γραμμές έχουμε ταυτίσει την έννοια της απώλειας με το θάνατο κάποιου αγαπημένου προσώπου, το χωρισμό ή την απώλεια εργασίας. Εντούτοις, υπάρχουν άλλα είδη απώλειας στα οποία δε δίνουμε συχνά τη δέουσα σημασία και δεν τα αντιμετωπίζουμε ως τέτοια παρά το γεγονός ότι εγείρουν μέσα μας έντονα συναισθήματα όπως θλίψη, θυμό, απογοήτευση, απόγνωση, τα οποία αποτελούν κομμάτι της διεργασίας του πένθους.
Τέτοια είδη απώλειας είναι η απώλεια του σπιτιού, των φίλων και της ευρύτερης κοινότητας όταν μετακομίζουμε σε ένα νέο μέρος, η σοβαρή επιδείνωση της οικονομικής μας κατάστασης λόγω αλλαγών στα οικονομικά μας δεδομένα και γενικώς οτιδήποτε αποτελεί ριζική αλλαγή στο περιβάλλον μας και τον υλικό μας κόσμο. Ακόμη, σε επίπεδο σχεσιακό, απώλεια μπορεί να βιώνουμε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με το θάνατο αγαπημένων προσώπων, κατοικίδιων, το χωρισμό στις συντροφικές σχέσεις αλλά και την αποστασιοποίηση μας από πρόσωπα που άλλοτε έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Ενδοψυχικά, η απώλεια μπορεί να σημαίνει ότι μεταβαίνουμε σε μία διαφορετική κατάσταση μέσα μας όπου αλλάζει το σύστημα αξιών μας, ο τρόπος που σκεφτόμαστε και που βιώνουμε τον εαυτό μας και τους άλλους. Μπορεί να υπάρχει η αίσθηση ότι χάνουμε την ταυτότητά μας όπως την ξέραμε. Αυτό μπορεί να σχετίζεται με αλλαγές που έχουν να κάνουμε με διαφορετικούς ρόλους στους οποίους καλούμαστε να ανταποκριθούμε καθώς και σημαντικές μεταβάσεις, οι οποίες σηματοδοτούν ένα νέο κεφάλαιο ζωής που μας απομακρύνει από ένα άλλο οικείο και γνώριμο π.χ νέα μαμά/μπαμπάς, συνταξιοδότηση, ενηλικίωση. Επιπλέον, μία σοβαρή ασθένεια ή επίκτητη αναπηρία μπορεί να είναι εμπειρίες που μας φέρνουν σε επαφή με την απώλεια καθώς και σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε να αντιμετωπίσουμε αλλαγές στον τρόπο που βιώνουμε τον εαυτό μας σε σωματικό επίπεδο το οποίο επηρεάζει ποικιλοτρόπως την καθημερινότητα μας.
Από ποιους παράγοντες επηρεάζεται το βίωμα της απώλειας
Το βίωμα της απώλειας είναι ένα θέμα πολύ προσωπικό για τον καθένα και ο πόνος που θα νιώσουμε απέναντι σε αυτό σχετίζεται άμεσα με το πόσο σημαντικό είναι αυτό που διακυβεύεται για εμάς. Ο τρόπος διαχείρισης της απώλειας έχει να κάνει με μία πληθώρα παραγόντων που σχετίζονται με τον τρόπο που μεγαλώσαμε, παρόμοια βιώματα που είχαμε στο παρελθόν καθώς και με τον τρόπο που η κοινωνία και η κουλτούρα στις οποίες ζούμε αντιμετωπίζει την απώλεια. Για παράδειγμα, σε διαφορετικές κοινωνίες ο θάνατος ενός προσώπου πλαισιώνεται με ξεχωριστούς τρόπους και τελετουργίες που έχουν ως στόχο να διευκολύνουν τη διαδικασία του πένθους και τη μετάβαση των ανθρώπων που μένουν πίσω στη νέα πραγματικότητα.
Σε ατομικό επίπεδο, ο Βρετανός ψυχαναλυτής John Bowlby (1980) ανέφερε ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στον τρόπο που διαχειριζόμαστε τον αποχωρισμό μας από ένα πρόσωπο ή μία κατάσταση και την απώλεια με τον τρόπο που βιώσαμε την πρωταρχική σχέση με το βασικό άτομο φροντίδας.
Πιο συγκεκριμένα, μίλησε για την έμφυτη ανάγκη των ανθρώπων να συνδεθούν με τους άλλους με σκοπό να δημιουργήσουν μία βάση ασφάλειας και σταθερότητας που είναι σημαντικές για την επιβίωση του ατόμου. Όταν για κάποιο λόγο ο δεσμός που δημιουργείται ανάμεσα στο παιδί και το βασικό φροντιστή απειλείται ή διαταράσσεται τότε συνήθως αναδύονται έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις στο παιδί όπως άγχος, θλίψη, θυμός κλπ. Τέτοιες απειλές για το δεσμό μπορεί να είναι προσωρινές όπως στις περιπτώσεις που η μαμά φεύγει από το δωμάτιο και το παιδί έχει να διαχειριστεί την απουσία της έως ότου αυτή επιστρέψει, μπορεί όμως να είναι μονιμότερες και πιο καθοριστικές όπως στις περιπτώσεις παραμέλησης όπου ο γονιός είναι συναισθηματικά ή πρακτικά απών. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να διαταραχθεί ο δεσμός τόσο πιο έντονες οι συναισθηματικές αντιδράσεις.
Σε έναν ασφαλή δεσμό, οι στιγμές που αυτός διαταράσσεται, οι οποίες είναι αναπόφευκτες, αποκαθίστανται καθώς ο φροντιστής ανταποκρίνεται με ευαισθησία στην ανάγκη του παιδιού. Η σχέση του παιδιού με το φροντιστή του είναι ένας χορός όπου και οι δύο καλούνται να μάθουν να επιβιώνουν τέτοιου είδους διαταράξεων εξερευνώντας έτσι ‘’το κοντά και μακριά της σχέσης’’. Η πρωταρχική αυτή σχέση παίζει σύμφωνα με τον Bowlby καθοριστικό τρόπο στο πώς βιώνουμε μελλοντικές απώλειες και αποχωρισμούς, καθώς κάθε απώλεια ή αλλαγή διαταράσσει μένα τρόπο το αίσθημα ασφάλειας, σταθερότητας και οικειότητας που είχαμε εδραιώσει.
Η απώλεια είναι μία προσωπική διεργασία
Κάθε απώλεια μας υπενθυμίζει σε συνειδητό ή ασυνείδητο επίπεδο παλαιότερες απώλειες που έχουμε ζήσει στη ζωή μας. Ο χρόνος που χρειάζεται ο κάθε άνθρωπος για να επεξεργαστεί μία τέτοια εμπειρία είναι πολύ προσωπικός και δεν μπορεί να μπει σε καλούπια. Επίσης, η διεργασία του πένθους που κάθε απώλεια ενεργοποιεί δεν είναι γραμμική. Μπορεί να χρειαστεί να αναβιώσουμε ξανά και ξανά επώδυνα συναισθήματα έως ότου αυτά να μετασχηματιστούν σε κάτι άλλο. Είναι σημαντικό να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να βιώσει τη θλίψη και τον πόνο και να μην τα αντιμετωπίζουμε ως κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί ή να τελειώσει άμεσα. O θρήνος και το πένθος αποτελούν τρόπους μέσω των οποίων ο άνθρωπος εκφράζεται και αφομοιώνει αυτές τις εμπειρίες (Sabar, 2000). Κάποιες φορές σε αυτή τη διαδικασία μπορεί να χρειαστούμε τη στήριξη ενός κατάλληλα εκπαιδευμένου επαγγελματία ψυχικής υγείας με σκοπό να μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε και να βιώσουμε το βάθος των συναισθημάτων μας με ασφάλεια καθώς και να δώσουμε το προσωπικό μας νόημα στη εμπειρία αυτή που τόσο μας αλλάζει και μας διαμορφώνει. Όπως πολύ ωραία γράφουν οι Kübler-Ross, E. & Kessler (2012) πρέπει να περάσουμε μέσα από τη φωτιά, για να βγούμε από την άλλη πλευρά της ζωής.
Δείτε τα άρθρα της θεματικής Νοεμβρίου:
Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει…– Κυριακή Κορμά, Ψυχολόγος «Θάλπος Καλαμάτας»
Η απώλεια των ονείρων και των προσδοκιών – Μαρίνα Νικολάου, Κοινωνική λειτουργός «Θάλπος Αττικής»
Όταν η μουσική συναντά την απώλεια – Βασιλική Μωραΐτη, εργοθεραπεύτρια «Θάλπος Αττικής»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Bowlby, J. (1980). Attachment and Loss. Vol. 3: Loss, Sadness and Depression. New York: Basic Books.
Kübler-Ross, E. & Kessler D. (2012), Μαθήματα ζωής. Αθήνα: Εκδόσεις Europublic
Neimeyer A. Robert (2006). Να αγαπάς και να χάνεις. Αντιμετωπίζοντας την απώλεια. Αθήνα: Εκδόσεις: Κριτική.
Sabar, St. (2000), Bereavement, grief and mourning, a Gestalt perspective. Gestalt Review, 4 (2): 152 – 168.
Photo by Saad Chaudhry on Unsplash