από την εθελόντρια ψυχολόγο του «Θάλπος» Αναστασία Τούντα
«Το ήξερα ότι δεν θα έκαναν τίποτα. Ποτέ δεν κάνουν» είπε ο Winston Moseley στην αστυνομία μετά την σύλληψη του για τον φόνο της Kitty Genovese.
Το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή (the bystander effect) εμφανίζεται όταν η παρουσία άλλων αποθαρρύνει ένα άτομο από το να παρέμβει σε μια επείγουσα κατάσταση, όπως μια επίθεση ή ένα έγκλημα. Όσο μεγαλύτερος ο αριθμός των παρευρισκόμενων, τόσο πιθανότερο είναι κανένας τους να μην προσφέρει βοήθεια σε εκείνον που την χρειάζεται. Στον αντίποδα, οι πιθανότητες να αναλάβει κάποιος δράση αυξάνονται, όταν δεν υπάρχει κανένας άλλος παρών ή αν βρίσκονται ελάχιστοι.
Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι Bibb Latané και John Darley επινόησαν τον όρο το 1969, ύστερα από τον φόνο της Catherine “Kitty” Genovese στη Νέα Υόρκη, στις 13 Μαρτίου 1964. Η εικοσιοκτάχρονη μαχαιρώθηκε έξω από το διαμέρισμα της, και παρά τις εκκλήσεις της για βοήθεια, κανένας από τους 38 μάρτυρες δεν ανταποκρίθηκε. Αξίζει να σημειωθεί ότι έγιναν δύο επιθέσεις και η κλήση στην αστυνομία πραγματοποιήθηκε όταν ήταν πλέον αργά. Όταν οι γείτονες ερωτήθηκαν γιατί δεν κάλεσαν την αστυνομία νωρίτερα ή δεν επενέβησαν, μερικές από τις απαντήσεις τους ήταν: «Δεν ήθελα να ανακατευτώ», «Ειλικρινά, φοβόμασταν», «Ήμουν κουρασμένος. Πήγα πίσω στο κρεβάτι».
Οι Latané και Darley απέδωσαν το φαινόμενο σε δύο παράγοντες: διάχυση της ευθύνης και κοινωνική επιρροή. Η διάχυση της ευθύνης σημαίνει ότι όσο πληθαίνουν οι μάρτυρες, τόσο μικρότερη ατομική ευθύνη νιώθουν ότι φέρουν. Η κοινωνική ευθύνη αφορά στο γεγονός ότι τα άτομα ελέγχουν την συμπεριφορά των γύρω τους και καθορίζουν το πώς θα ενεργήσουν.
Αν και έκτοτε έχουν έρθει στο φώς νέα στοιχεία (όπως ότι οι μάρτυρες ήταν λιγότεροι, νόμιζαν ότι ήταν απλός καβγάς), το φαινόμενο μελετήθηκε εκτενώς στη κοινωνική ψυχολογία και τεκμηριώθηκε επιστημονικά. Ως απόρροια, εμφανίστηκε και ο όρος “Σύνδρομο Genovese”. Επίσης, οδήγησε στη δημιουργία της γραμμής 911 για έκτακτες ανάγκες.
Σε πείραμα των Darley and Latané (1968) φοιτητές συγκεντρώθηκαν σε ένα απομονωμένο δωμάτιο με την εντύπωση πως θα ακολουθούσε μια συζήτηση σχετικά με τη μάθηση σε “περιβάλλον υψηλού στρες, υψηλά αστικό”. Η συζήτηση διεξήχθη με “άλλους συμμετέχοντες” σε δικά τους απομονωμένα δωμάτια. Στη πραγματικότητα, οι άλλοι συμμετέχοντες ήταν ηχογραφήσεις. Καθένας θα μιλούσε μια φορά σε μικρόφωνο. Ύστερα από τον πρώτο κύκλο συζήτησης, ένας από τους συμμετέχοντες θα πάθαινε μια “κρίση” στη μέση της συνομιλίας. Μετρήθηκε το διάστημα του χρόνου που χρειάστηκε ο φοιτητής για να ζητήσει βοήθεια από τον βοηθό έρευνας, ο οποίος βρίσκοταν έξω από το δωμάτιο. Σε περίπτωση που ο φοιτητής δεν ζητούσε βοήθεια ύστερα από διάστημα έξι λεπτών, διέκοπταν το πείραμα. Η υπόθεση των Darley and Latané (1968) ήταν ότι όσο περισσότεροι “άνθρωποι” ήταν στη συζήτηση, τόσο περισσότερο θα έπαιρνε στα υποκείμενα της έρευνας να αναζητήσουν βοήθεια. Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν την υπόθεση. Όσο μικρότερο ήταν το μέγεθος της ομάδας, τόσο μεγάλωναν οι πιθανότητες το “θύμα” να λάβει έγκαιρα βοήθεια.
Στο ερώτημα γιατί οι άνθρωποι αδυνατούν να αντιδράσουν σε μια κατάσταση ανάγκης, μια ενδεχόμενη απάντηση θα ήταν ότι βρίσκονται σε σοκ και είναι αρκετά «παγωμένοι». Είναι μια φυσική αντίδραση στον φόβο, φόβος ότι δεν είναι δυνατοί, υποθέτωντας παράλληλα ότι οι άλλοι είναι πιο ικανοί να βοηθήσουν, και δεν θέλουν να βάλουν τη ζωή τους σε κίνδυνο. Τέλος, βλέποντας τις αντιδράσεις των άλλων υποθέτουν ότι παρερμηνεύουν μια κατάσταση (σε αυτό συνηγορεί και το ότι οι υπόλοιποι δεν δείχνουν αναστατωμένοι).
Αναμένεται να ενεργήσεις αν είναι ολοφάνερο σε εσένα ότι το θύμα χρειάζεται βοήθεια. Για παράδειγμα, μερικοί από τους μάρτυρες του φόνου της Kitty Genovese δεν είδαν καλά τις επιθέσεις ή είδαν μέρος τους. Εκτός από αυτό, θα παρακινηθείς σε μεγαλύτερο βαθμό εάν ξέρεις το θύμα, αν έχεις εκπαίδευση σε αυτοάμυνα ή πρώτες βοήθειες, αν έχεις βρεθεί σε παρόμοια θέση και ο δράστης συνελήφθη και τιμωρήθηκε ή εάν νομίζεις ότι το άτομο αξίζει τη βοήθεια.
Υπάρχουν τρόποι για να γίνει κάποιος πιο ενεργός παρευρισκόμενος. Μπορεί να συμπεριφερθεί με το σκεπτικό ότι είναι ο πρώτος ή ο μόνος που παρατηρεί ένα πρόβλημα. Αν απλώς φωνάξει «Τι συμβαίνει» ή «Έρχεται η αστυνομία» είναι αρκετό για να ενθαρρύνει και τους υπόλοιπους. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιπρόσθετα, θα ήταν καλό να ενδυναμώνουν τους μαθητές να μιλάνε όταν γίνονται μάρτυρες εκφοβισμού ή πιθανής επίθεσης. Ας μην ξεχνάμε, ότι μια τέτοια παρέμβαση είναι συχνά ο λόγος που εκφοβισμοί και εγκλήματα σταματούν.
Όπως είπε και ο Monseigneur στην ταινία The Boondock Saints (1999): «Τώρα, όλοι πρέπει να φοβόμαστε τους κακούς ανθρώπους. Αλλά, υπάρχει ένα είδος κακού, το οποίο πρέπει να φοβόμαστε περισσότερο…και αυτό είναι η αδιαφορία των καλών ανθρώπων!»
Πηγές:
https://biologydictionary.net/bystander-effect/
https://en.wikiquote.org/wiki/The_Boondock_Saints
https://www.healthline.com/health/bystander-effect#takeaway
https://www.npr.org/2016/04/05/473139319/encore-author-explores-the-murder-of-kitty-genovese
https://www.psychologytoday.com/us/basics/bystander-effect
https://www.simplypsychology.org/bystander-effect.html
https://www.tanea.gr/print/2018/09/25/opinions/to-fainomeno-lftou-ametoxou-paratiriti/
https://thickblog.blogspot.com/2016/06/the-bystander-effect.html
Πηγή εικόνας: https://www.pexels.com/photo/ethnic-female-touching-wet-window-6279442/