από την ψυχολόγο του «Θάλπος» Μαρία Μακριδάκη
Ο όρος θρησκευτική διάκριση αναφέρεται στην άδικη και δυσμενή μεταχείριση των ανθρώπων με βάση την θρησκευτική τους ταυτότητα και πίστη.
Οι θρησκευτικές διακρίσεις συμβαίνουν όταν υπάρχει στέρηση «ίσης προστασίας βάσει του νόμου, ισότητα βάσει του νόμου, ίση μεταχείριση στην απονομή της δικαιοσύνης και ισότητα ευκαιριών και πρόσβασης στην απασχόληση, την εκπαίδευση, τη στέγαση, τις δημόσιες υπηρεσίες και εγκαταστάσεις και τη δημόσια στέγαση λόγω της άσκησης του δικαιώματός στη θρησκευτική ελευθερία» (1)
Είναι γεγονός πως ένα μέρος της σημερινής Ευρωπαϊκής κοινωνίας, παρά το πέπλο της δυτικής προοδευτικότητας εξακολουθεί να καλλιεργεί διακρίσεις ως προς την θρησκευτική ταυτότητα, άλλωστε είναι και προϊόν πολιτικής εκμετάλλευσης σε ένα πολωμένο κλίμα ριζοσπαστικοποίησης της κοινωνίας αλλά και θρησκευτικού φονταμενταλισμού.
Με κύριο επιχείρημα την ανεπαρκή ενσωμάτωση και την ασυμβατότητα με την δεσπόζουσα κουλτούρα η μουσουλμανική κοινότητα υπόκειται σε διακρίσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Οι ξενοφοβικές αντιλήψεις εμποτίζουν κάποια μέλη της κοινότητας με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν με δογματισμό και νοητική ακαμψία το διαφορετικό.
Η θρησκευτική ταυτότητα φαίνεται πως είναι στενά συνδεδεμένη με την εθνοτική, ιδιαίτερα για ευαίσθητες στον θρησκευτικό τομέα κοινότητες όπως η Μουσουλμανική που είναι πολυπληθής στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Πιθανώς το φαινόμενο της “Ισλαμοφοβίας” που βίωσε η Μουσουλμανική Κοινότητα στην αρχή του 21ου αιώνα λόγω των χτυπημάτων της τρομοκρατίας, να είναι ένα συλλογικό τραύμα που κουβαλάει τόσο η Μουσουλμανική Κοινότητα όσο και η υπόλοιπη Ευρωπαϊκή κοινωνία.
Ο ρατσισμός ταυτίζεται με μια σχέση κυριαρχίας, πρεσβεύει την ομοιογένεια και την “καθαρότητα” του πλήθους, της κοινωνίας και αντιμετωπίζει με φόβο και ανασφάλεια οτιδήποτε διαφορετικό και το βλέπει πάντα ως πηγή των προβλημάτων (κοινωνικών, οικονομικών). Η δημιουργία εχθρών πάντα δημιουργούσε εσωτερική συνοχή στην κοινωνία του φόβου, χειραγωγούμενη από ακατάλληλους και καταστροφικούς ταγούς.
Οι άνθρωποι που ανήκουν σε θρησκευτικές μειονότητες, πολλές φορές έχουν υψηλά ποσοστά ανεργίας και χαμηλά εισοδήματα. Βιώνουν προκατάληψη και αποκλεισμό με αποτέλεσμα τον περιορισμό της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής τους δραστηριότητας.
Η άνιση μεταχείριση, η ανισότητα δικαιωμάτων ευκαιριών κάποιες φορές πηγάζει από την υποτιθέμενη απειλή της αύξησης του μουσουλμανικού πληθυσμού ή από πολυπαραγοντικά και πολύ-σύνθετα κοινωνικά-οικονομικά προβλήματα που στα μάτια μιας χειραγωγούμενης κοινωνίας φαίνονται ανεπίλυτα και χρειάζονται μόνο “καθαρές λύσεις”. Οι “καθαρές λύσεις” όμως δεν είναι παρά άλλο ένα χιλιοειπωμένο πολιτικό-θρησκευτικό ψέμα προώθησης προσωπικών φιλοδοξιών και αριβιστικών συμφερόντων.
Είναι σημαντικό να μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος και να βρίσκουμε πάντα λύσεις που δεν καλλιεργούν μισαλλοδοξία, αλλά ανεκτικότητα και αρχές ισοπολιτείας, ισονομίας και ισηγορίας.
Βιβλιογραφία:
- U.S. Commission on Civil Rights, 1979: Religious discrimination. A neglected issue. A consultation sponsored by the United States Commission on Civil Rights, Washington. D.C., April 9–10, 1979
Photo by RODNAE Productions: https://www.pexels.com/photo/person-holding-blue-holy-book-7249178/