από την ψυχολόγο του Κέντρου Ημέρας Εργαζομένων, Ραράκου Αναστασία
Κάθε άνθρωπος που εργάζεται, φέρει στην εργασία και όλες τις πτυχές της ύπαρξής του.Ο χρόνιος πόνος μπορεί να είναι αόρατος για τους εργοδότες, ωστόσο οι ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις του μπορεί να είναι τεράστιες. Τα άτομα με χρόνιο πόνο συχνά δεν λαμβάνουν σαφή ιατρική διάγνωση, γεγονός που καθιστά λιγότερο πιθανό οι προϊστάμενοί τους να προσφέρουν διευκολύνσεις στην εργασία και αυξάνει τις πιθανότητες τα άτομα αυτά να συνεχίσουν να εργάζονται με πόνο και να αισθάνονται πιεσμένα να επιστρέψουν στην εργασία τους πρόωρα. Με τη σειρά του, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο εργασιακό στρες, υψηλές σωματικές απαιτήσεις, δυσαρέσκεια από την εργασία, μη υποστηρικτικό εργασιακό περιβάλλον και περισσότερες επακόλουθες ημέρες απουσίας.
Τα άτομα με χρόνιο πόνο μπορεί να αισθάνονται ενοχή, απογοήτευση, ακόμη και βάρος για τους συναδέλφους τους, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η ψυχική τους υγεία και να μειώνεται το ηθικό σε ολόκληρο τον εργασιακό χώρο, καθώς οι συνάδελφοι απογοητεύονται με το γεγονός ότι πρέπει να αναλάβουν τον φόρτο εργασίας, καθώς τα επίπεδα παραγωγικότητας μειώνονται τόσο λόγω της απουσίας όσο και λόγω της παρουσίας αλλά με αισθητά μειωμένη εργασιακή απόδοση.
Συχνά αναφέρεται στις έρευνες πώς ενώ η αποτελεσματική αναλγησία έχει μειώσει τα επεισόδια πόνου, η ποιότητα ζωής και οι ψυχολογικές επιδράσεις δεν δείχνουν βελτίωση, επειδή δεν έχουν αντιμετωπιστεί οι αυτόματες συμπεριφορές του πόνου. Στο χρόνιο πόνο, είναι μείζονος σημασίας να υπάρξει έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία μαζί με τη σωματική αίσθηση του πόνου, των σκέψεων, συναισθημάτων αλλά και συμπεριφορών του ατόμου.
Η επίδραση του πόνου είναι σφαιρική και ενέχει παράγοντες που αλληλεπιδρούν και έχουν επιπτώσεις στην ψυχική υγεία του ασθενή καθώς και στην ένταση του πόνου. Ο χρόνιος πόνος οδηγεί συχνά σε κατάθλιψη και άγχος λόγω της ύπαρξης ενός συστήματος ανατροφοδότησης καθώς και της σύνδεσης των περιοχών του εγκεφάλου που ρυθμίζουν τον πόνο με εκείνες που ελέγχουν τη διάθεση.Ένας από τους λόγους για την αμφίδρομη σύνδεση μεταξύ πόνου και κατάθλιψης, καθώς και άγχους, είναι το γεγονός πως τα άτομα που βιώνουν χρόνιο πόνο δεν κοιμούνται καλά και η επακόλουθη κούραση επηρεάζει τη διάθεσή τους, καθιστώντας τα πιο ευάλωτα στην κατάθλιψη και το άγχος. Διάφορες ψυχοθεραπευτικές μέθοδοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση του πόνου σε ασθενείς με κατάθλιψη ή άγχος ή ως συμπληρωματικά στη φαρμακευτική αγωγή.
Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία. Ο πόνος είναι αποθαρρυντικός καθώς και οδυνηρός. Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (CBT) δεν είναι μόνο μια καθιερωμένη θεραπεία για το άγχος και την κατάθλιψη, αλλά και η καλύτερα μελετημένη ψυχοθεραπεία για τη θεραπεία του πόνου. Η CBT βασίζεται στην παραδοχή ότι οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι αισθήσεις σχετίζονται μεταξύ τους. Οι θεραπευτές χρησιμοποιούν τη CBT για να βοηθήσουν τους ασθενείς να μάθουν δεξιότητες αντιμετώπισης, ώστε να μπορούν να διαχειριστούν πόνου τους.
Τεχνικές χαλάρωσης. Διάφορες τεχνικές μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να χαλαρώσουν και να μειώσουν την αντίδραση στο στρες, η οποία τείνει να επιδεινώνει τον πόνο καθώς και τα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης. Οι τεχνικές περιλαμβάνουν την προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, και την εκπαίδευση ενσυνειδητότητας.
Άσκηση. Υπάρχει πληθώρα ερευνών που αποδεικνύουν ότι η τακτική σωματική δραστηριότητα ενισχύει τη διάθεση και ανακουφίζει από το άγχος, αλλά λιγότερα στοιχεία για την επίδρασή της στον πόνο.
Στο Κέντρο Ημέρας Υποστήριξης Εργαζομένων Αθηνών, μπορούμε να βοηθήσουμε και να κατευθύνουμε όσους μας έχουν ανάγκη έτσι ώστε να μην είναι οι άνθρωποι θύματα του πόνου τους, αλλά να μπορούν να ζουν, να δραστηριοποιούνται και να εργάζονται λειτουργικά.
Photo by https://www.huffingtonpost.gr/
Το Κέντρο Ημέρας Υποστήριξης Εργαζομένων υλοποιείται στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0 με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης – NextGenerationEU.