Η δύναμη της συνήθειας. Η δύναμη της επανάληψης. Στους περισσότερους από εμάς, εάν διαταραχθεί ένα κομμάτι της καθημερινής μας ρουτίνας, όποια και αν είναι αυτή, μπορεί να χαλάσει ολόκληρη η μέρα μας.
Όμως πιο είναι αλήθεια αυτό το χρονικό σημείο που κάτι που κάνουμε μετατρέπεται σε συνήθεια; Η απάντηση για πολλούς είναι απόλυτη και αμετάβλητη: 21 ημέρες.
Η απολυτότητα αυτής της απάντησης, χωρίς μάλιστα να συνοδεύεται από συγκεκριμένα στοιχεία και δεδομένα, προβλημάτισε τον ψυχολόγο Τζέρεμι Ντιν και την ομάδα του.
Ο Ντιν καταπιάστηκε με το ζήτημα του «πόσο καιρό μπορεί να πάρει σε κάποιον να δημιουργήσει ή να αλλάξει μια συνήθεια», μελετώντας ιστοσελίδες με περιεχόμενο ψυχολογίας και συμβουλευτικής, έβρισκε παντού την απάντηση 21 ημέρες.
Και όσο κι αν φαίνεται περίεργο και απόλυτο αυτός ο συγκεκριμένος αριθμός ημερών είχε εφαρμογή στα πάντα: από το να ξεκινήσει κανείς μια δίαιτα, μέχρι το να κρατά ημερολόγιο.
Στο βιβλίο του «Making Habits, Breaking Habits: Why We Do Things, Why We Don’t, and How to Make Any Change Stick» ο Ντικ εξερευνά την πραγματική επιστήμη που «κρύβεται» πίσω από τις συνήθειες, μέσα από υπάρχοντα εμπειρικά στοιχεία σχετικά με τη διαμόρφωση των συνηθειών.
Ο ίδιος αναφέρει μια έρευνα, που δίνει πιο εμπεριστατωμένη απάντηση γύρω από το ερώτημα του «πόσος καιρός χρειάζεται για να “ριζώσει” μια νέα συνήθεια».
Σύμφωνα με μια έρευνα που διεξήχθη από το University College London, οι 96 συμμετέχοντες σε αυτήν κλήθηκαν να επιλέξουν μια καθημερινή συμπεριφορά που ήθελαν να μετατρέψουν σε συνήθεια.
Όλοι επέλεξαν κάτι που δεν έκαναν ήδη, και το οποίο θα μπορούσαν να το κάνουν σε καθημερινή βάση. Πολλές από τις απαντήσεις που έδωσαν είχαν να κάνουν με ζητήματα γύρω από την υγεία: για παράδειγμα να τρώνε ένα φρούτο μαζί με το μεσημεριανό τους, ή να τρέχουν για 15 λεπτά μετά από το δείπνο.
Επί 84 ημέρες (όσο διήρκεσε η έρευνα), έμπαιναν σε μια ιστοσελίδα και ανέφεραν αν έκαναν ή όχι αυτό που είχαν επιλέξει, και πόσο αυτοματοποιημένη ένιωθαν τη συμπεριφορά τους.
Αυτή η έννοια της δράσης χωρίς σκέψη – γνωστή στις επιστήμες ως «αυτοματισμός» – αποδεικνύεται ως κεντρικός μοχλός των συνηθειών.
Αυτό βοηθά ακόμη στο να φωτιστεί το πραγματικό ερώτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της έρευνας: πόσος καιρός χρειάστηκε για να γίνει μια συμπεριφορά συνήθεια.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι κατά μέσο όρο όλοι οι συμμετέχοντες που παρείχαν αρκετά στοιχεία, χρειάστηκαν περί τις 66 μέρες μέχρι να τους δημιουργηθεί μια συνήθεια.
Φυσικά, υπήρχαν σημαντικές διαφορές στο πόσο καιρό χρειάστηκε για να διαμορφωθεί μια συνήθεια, ανάλογα με το τι είχε βάλει στόχο ο καθένας.
Εκείνοι που είχαν «αποφασίσει» να πίνουν ένα ποτήρι νερό μετά το πρωινό κατάφεραν να «αυτοματοποιήσουν» τη συμπεριφορά τους γύρωσ στις 20 μέρες, ενώ εκείνοι που είχαν θέσει ως στόχο να τρώνε ένα κομμάτι φρούτου με το φαγητό τους χρειάστηκαν τουλάχιστον το διπλάσιο χρόνο για να μετατρέψουν τη συμπεριφορά αυτή σε μια συνήθεια.
Περισσότερο δυσκολεύτηκαν όσοι αποφάσισαν να εντάξουν τη γυμναστική στη ζωή τους, με έναν συμμετέχοντα να χρειάζεται 84 ημέρες για να κάνει «αυτόματα» 50 καθίσματα μετά το πρωινό καφεδάκι του.
Το να περπατάει για 10 λεπτά μετά το πρωινό, ήταν πιο εύκολο για κάποιον άλλον, ο οποίος ενέταξε «αυτοματοποιημένα» αυτή τη συνήθεια στην καθημερινότητά του μετά από 50 ημέρες.
Αυτό όμως που διαπίστωσαν οι ερευνητές ήταν ότι υπήρχε μια κυρτή σχέση ανάμεσα στη συνήθεια και τον αυτοματισμό, που σημαίνει ότι κάθε προηγούμενη επανάληψη ήταν πιο επωφελής από την επόμενη σε ό,τι αφορά την εγκαθίδρυση μιας συνήθειας, και τα οφέλη σταδιακά συρρικνώνονταν με το πέρασμα του χρόνου.
Παρότι η έρευνα κάλυψε χρονικό διάστημα μόλις 84 ημερών, κάνοντας αναγωγή στις καμπύλες, διαπιστώθηκε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η εγκαθίδρυση μιας συμπεριφοράς ως συνήθειας μπορεί να χρειαζόταν μέχρι και 254 ημέρες για να δημιουργηθεί!
Αυτό που έδειξε η μελέτη αυτή είναι ότι οι 21 ημέρες που αναφέρουν οι περισσότεροι για τη δημιουργία μιας συνήθειας, μπορεί να είναι αρκετές αν ο στόχος σας είναι για παράδειγμα να… πίνετε ένα ποτήρι νερό μετά το πρωινό σας.
Αναλογικά, οτιδήποτε έχει μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας και είναι πιο επίμονο, τότε χρειάζεται ακόμα περισσότερο χρόνο για να «αυτοματοποιηθεί».