Από την Εργοθεραπεύτρια του «Θάλπος Αττικής», Ευφροσύνη Καραχρήστου
Η επιστήμη που μελετά τα αίτια και τις συνέπειες της διαπροσωπικής συμπεριφοράς, είναι η Κοινωνική Ψυχολογία. Μια σημαντική πτυχή της διαπροσωπικής συμπεριφοράς, σχετίζεται με την έννοια του εαυτού. Η θεωρητική θεμελίωση της έννοιας του εαυτού, πραγματοποιήθηκε από τον Mead (1934), που υποστήριξε ότι ο εαυτός, αναδύεται σταδιακά μέσα από τις συνεχείς αλληλεπιδράσεις με άτομα του στενού κοινωνικού περιβάλλοντος (γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλοι, εκπαιδευτικοί κτλ) αλλά και από το ευρύτερο κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον (Πασιάς, Φλουρής & Φωτεινός, 2019). Συγκεκριμένα ο Mead (1962), ανέδειξε τους όρους «αλληλεπίδραση» και «επικοινωνία», αναφερόμενος στον πομπό και τον δέκτη (Μπίκος, 2010, σελ. 27). Σύμφωνα με τον Mead (1962), η διαπροσωπική επικοινωνία, παρουσιάζει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Βασικότερο όλων, είναι η αλληλεπίδραση. Επίσης επισήμανε «το συμβολικό της χαρακτήρα», εξηγώντας ότι η επικοινωνία διεξάγεται με τη χρήση συμβόλων (Γκότοβος, 2002, σελ. 58). Η αίσθηση του εαυτού, ούτε είναι έμφυτη ούτε εμφανίζεται στο άτομο περιθωριοποιημένη από τους άλλους. Η έννοια του εαυτού (αυτοαντίληψη), αποκτάται όταν το άτομο μπορεί να μπει στην θέση των άλλων, δηλαδή στην οπτική που οι άλλοι αντιλαμβάνονται. Να μπορεί κανείς να μπαίνει στο ρόλο του άλλου (Χατζηγεωργιάδου, 2005).
Επιπλέον ο κλάδος της γνωστικής-εξελικτικής ψυχολογίας και η προσφορά του Vygotsky είναι επίσης σημαντική. Ειδικότερα ο Vygotsky υποστήριξε τη σημασία του περιβάλλοντος στη νοητική ανάπτυξη του παιδιού (Παπαγαθαγγέλου, Μπολέτσης, & Σκαλτσή, 2008). Πίστευε δηλαδή ότι η γνωστική ανάπτυξη, είναι αποτέλεσμα της διαλεκτικής διαδικασίας, όπου το παιδί μαθαίνει να επιλύει καταστάσεις από την εμπειρία κάποιου άλλου (Κακλαμάνης, 2005). Η μάθηση πραγματοποιείται σε ένα κοινωνικό πλαίσιο και τα νοήματα παρέχονται σε συνάρτηση με τις διαπροσωπικές σχέσεις. Η μάθηση λοιπόν οικοδομείται και είναι απόρροια της επικοινωνίας του ατόμου με το κοινωνικό περιβάλλον (Πασιάς, Φλουρής και Φωτεινός, 2019). Ο Vygotsky πίστευε ότι κωδικοποιούμε και αναπαράγουμε τον κόσμο μέσα από τη γλώσσα μας. Σημαντικότερη έννοια στην εργασία του ήταν η «ζώνη εγγύτερης ανάπτυξης», δηλαδή η απόσταση ανάμεσα στο τι μπορεί να κάνει κανείς μόνος του και τι με βοήθεια (Παπαγαθαγγέλου, Μπολέτσης, & Σκαλτσή, 2008, σελ. 6). Τόνιζε ότι η κατάσταση αυτή, αναβαθμίζει σταδιακά τις ανώτερες λειτουργίες. Ο κοινωνικός γνωστικισμός, πρεσβευτής του οποίου είναι ο Vygotsky, αναφέρει ότι η γνώση κατασκευάζεται με βάση τις κοινωνικο-πολιτισμικές αλληλεπιδράσεις και εμπειρίες.
Στα πλαίσια αυτά ο Mead και o Vygotsky, συνέβαλαν στην αναθεώρηση του τρόπου διάγνωσης, εξέτασης, αποτίμησης και ερμηνείας των ικανοτήτων των παιδιών. Υπό αυτήν την έννοια η σύγχρονη μάθηση, απαιτεί περιβάλλοντα πρόκλησης, κοινωνικής διαπραγμάτευσης, συνυπευθυνότητας, διερεύνησης, πολλαπλές παραστάσεις περιεχομένου και μαθητοκεντρικές μεθόδους, όπως η ομαδοσυνεργατική, για την παραγωγή γνώσης (Πασιάς, Φλουρής & Φωτεινός, 2019).
Βιβλιογραφία
Γκότοβος, Α. Ε. (2002). Παιδαγωγική αλληλεπίδραση-Επικοινωνία και κοινωνική μάθηση στο σχολείο. Αθήνα: Gutenberg.
Πασιάς, Γ., Φλουρής, Γ. & Φωτεινός, Δ. (2019). Παιδαγωγική και Εκπαίδευση. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρης.
Παπαγαθαγγέλου, Μ., Μπολέτσης, Κ. & Σκαλτσή, Π. (2008). Κονστρουκτιβισμός ή κοινωνικός-κονστρουκτιβισμός; Ψυχολογικές συνέπειες των αποκλίσεων και των συγκλίσεων τους. Περιοδικό Εργοθεραπείας, 35, 4-8.
Κακλαμάνης, Θ. (2005). Συνεργατική μάθηση και Τ.ΠΕ. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, 10, 130-144. Retrieved from http://www.pischools.gr/publications/epitheorisi/teyxos10/ (14/12/2019)
Μπίκος, Κ. (2010). Αλληλεπίδραση και κοινωνικές σχέσεις στη σχολική τάξη. Αθήνα: Ελληνικά γράμματα.
Χατζηγεωργιάδου, Σ. (2005). Το πρότυπο των διαπροσωπικών σχέσεων μέσα από τον ψυχισμό του παιδιού. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, 10, 145-155. Retrieved from http://www.pi-schools.gr/publications/epitheorisi/teyxos10/ (14/12/2019)
PHOTO CREDIT: Jessica Rockowitz