
Από την Ψυχολόγο του «Θάλπος Αττικής», Μαρία Μακριδάκη
Το φαινόμενο στο οποίο θα αναφερθούμε σε αυτό το άρθρο, έχει να κάνει με μια από τις πιο γνωστές και ενδιαφέρουσες πειραματικές μελέτες στη γνωστική ψυχολογία, η οποία πραγματοποιήθηκε από τον Στρουπ το 1935. Μέσα από αυτό το πείραμα, αντιλαμβανόμαστε την αδυναμία μας να ελέγχουμε την προσοχή μας.
Ας δούμε όμως το πείραμα στην πράξη. Πείτε φωναχτά το χρώμα (και όχι να διαβάσετε τη λέξη) των λέξεων που εμφανίζονται στον παρακάτω πίνακα. Προσπαθήστε να πείτε το χρώμα όσο πιο γρήγορα μπορείτε.
Κάνετε το ίδιο και με τον παρακάτω πίνακα. Πείτε το χρώμα όσο πιο γρήγορα μπορείτε.
Παρατηρήσατε ότι στο δεύτερο πίνακα σας πήρε περισσότερο χρόνο από ότι στον πρώτο; Αυτό γίνεται γιατί συγκρούονται δύο διαφορετικοί μηχανισμοί. Η αυτόματη ανάγνωση και η ανάκληση του νοήματος μιας λέξης από τη μνήμη μας και η ανάκληση μιας έννοιας εκ προθέσεως. Είναι δύο μηχανισμοί που δουλεύουν ταυτόχρονα και αυτοματοποιημένα και έτσι γίνεται μια διπλή ανάκληση μνήμης αναπόφευκτα.
Πρακτικά δηλαδή από τη μία ανακαλούμε τη λέξη μπλε του δεύτερου πίνακα και από την άλλη το χρώμα με το οποίο είναι γραμμένη η λέξη, δηλαδή το κόκκινο. Ο στόχος όπως είπαμε είναι να ονοματίσουμε το χρώμα, αλλά στη βραχύχρονη μνήμη μας υπάρχουν πλέον δύο διαφορετικά χρώματα και έννοιες, οπότε χρειάζεται περισσότερος χρόνος, έτσι ώστε το γνωστικό μας σύστημα να επεξεργαστεί τα δεδομένα και να δώσει τη σωστή απάντηση.
Η γενική μορφή του πειράματος Στρουπ, είχε καρτέλες με ουδέτερες λέξεις, τυπωμένες σε διαφορετικά χρώματα, καρτέλες με λέξεις χρώματα, τυπωμένες στο ίδιο χρώμα και καρτέλες με λέξεις χρώματα, τυπωμένες με ασύμβατα χρώματα. Ζήτησε λοιπόν από τους συμμετέχοντες, να διαβάσουν αρχικά τις λέξεις, αγνοώντας το χρώμα. Οι συμμετέχοντες διάβασαν τις λέξεις στις καρτέλες με την ίδια ταχύτητα. Όταν όμως στη συνέχεια τους ζήτησε να αναγνωρίσουν το χρώμα της λέξης και όχι τη λέξη, οι χρόνοι αντίδρασης διέφεραν πολύ και εξαρτιόταν ανάλογα με το αν η λέξη ήταν συμβατή με το χρώμα με το όποιο ήταν τυπωμένη. Όταν το χρώμα και η λέξη ήταν ασύμβατα, τότε οι χρόνοι απόκρισης ήταν μεγαλύτεροι.
Φαίνεται λοιπόν ότι η γλωσσική σημασία των λέξεων, βρίσκεται σε αλληλεπίδραση με τα αντιληπτικά χαρακτηριστικά της. Όσο και να προσπαθούμε να αγνοήσουμε κάποιο ερέθισμα (όπως είναι η σημασία των λέξεων), κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό. Συμπερασματικά λοιπόν είναι εσφαλμένη η εντύπωση που έχουμε, ότι μπορούμε να ελέγχουμε πλήρως την προσοχή μας.
Βιβλιογραφία
http://imbs.uci.edu/~kjameson/ECST/MacLeod_TheStroopEffect.pdf
PHOTO CREDIT: Daniele Levis