από την ψυχολόγο του “Θάλπος Καλαμάτας” Εύη Τσικρικού
Όλοι μας κατά καιρούς χρησιμοποιούμε κάποιους αμυντικούς μηχανισμούς για να ανταπεξέλθουμε ψυχικά και κατ’ επέκταση πρακτικά, σε δύσκολες καταστάσεις. Είτε πρόκειται για ένα άσχημο χωρισμό, μία απόλυση, ένα κακό εργασιακό περιβάλλον είτε σε χειρότερες περιπτώσεις όπως μία απώλεια ή μία καταστροφή (οικονομική, βιολογική, φυσική κπλ), όλοι διαθέτουμε, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, κάποια “εργαλεία ψυχικής υγείας” για να τις αντιμετωπίσουμε.
Αυτή η “εργαλειοθήκη” περιλαμβάνει επίσης δυνατότητες με τις οποίες μπορούμε να υποστηρίξουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα, τους συναδέλφους μας, τους συνανθρώπους μας γενικότερα που μπορεί να βρίσκονται σε ψυχική δυσφορία.
Για να μπορέσει όμως κάποιος, που δεν είναι ειδικός, να αξιοποιήσει τα διαθέσιμα σε αυτόν “εργαλεία” θα πρέπει να ενσωματώσει στην συμπεριφορά του την ικανότητα της ενσυναίσθησης.
Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να κατανοεί κάποιος συναισθηματικά αυτό που αισθάνεται ο άλλος, να βλέπει τα πράγματα από τη δική του οπτική γωνία, να βάζει τον εαυτό του στην θέση του άλλου, αλλά χωρίς να ταυτίζεται. Πρόκειται για μία πολύ σημαντική ικανότητα που συνεισφέρει στην διατήρηση υγιών μακροχρόνιων διαπροσωπικών σχέσεων αλλά και αποδοτικών επαγγελματικών συνεργασιών. Αν και ακούγεται απλό, για τους περισσότερους χρειάζεται εξάσκηση, ώστε να μπορέσουν την αξιοποιήσουν.
Καταρχάς χρειάζεται να αντιληφθούμε αν κάποιος χρειάζεται την βοήθεια και την υποστήριξη μας και σε αυτό συμβάλλουν ορισμένα κοινά προειδοποιητικά σημάδια όπως:
• συζήτηση για αυτοτραυματισμό ή θάνατο
• μια πρόσφατη τραυματική εμπειρία
• αλλαγές στην διάθεση
• μια αλλαγή στην προσωπικότητα
• απόσυρση, απομόνωση
• έντονο αίσθημα απελπισίας
• λίγος ή υπερβολικός ύπνος
• απερίσκεπτη συμπεριφορά
• έντονο άγχος
• παρανοϊκές σκέψεις
Εφόσον επιθυμούμε να προσφέρουμε την υποστήριξη μας σε κάποιον που την χρειάζεται, παρακάτω παρατίθενται ορισμένες χρήσιμες συμβουλές, οι οποίες βασίζονται στην ικανότητα την ενσυναίσθησης:
• Ακούμε χωρίς να ασκούμε την παραμικρή κριτική. Όταν προσπαθούμε να ακούσουμε αυτά που μας λέει κάποιος χωρίς να κάνουμε υποθέσεις ή να κρίνουμε, μπορούμε πιο εύκολα να καταλάβουμε πώς σκέφτεται και αισθάνεται.
• Είμαστε ουσιαστικά παρόντες. Επικεντρωνόμαστε στο άλλο άτομο, αφήνουμε στην άκρη περισπασμούς όπως κινητά τηλέφωνα και βεβαιωνόμαστε ότι θα λάβει την αμέριστη προσοχή μας.
• Δεν αφήνουμε να παρεμβαίνουν τυχόν δικές μας προκαταλήψεις και στερεότυπες πεποιθήσεις μας στην επικοινωνία. Αποφεύγουμε να κάνουμε υποθέσεις με βάση την προσωπική μας εμπειρία.
• Επικεντρωνόμαστε στις ανάγκες του ώστε οι δράσεις που μπορεί να του προτείνουμε να είναι κατάλληλες για τον ίδιο και τα βιώματα του. Αφιερώνουμε χρόνο ώστε να τον κατανοήσουμε.
• Επικεντρωνόμαστε στα συναισθήματά του. Φράσεις όπως «Ξέρω ακριβώς τι περνάς», μπορεί να είναι καλοπροαίρετες, αλλά έτσι μετατοπίζεται η προσοχή από το άτομο σε εμάς. Η συζήτηση πρέπει να αφορά αυτόν και όχι εμάς. Αντιθέτως δηλώσεις όπως “Φαίνεται ότι τα πράγματα είναι πραγματικά δύσκολα για εσένα αυτήν τη στιγμή” ή “Είμαι εδώ για εσένα αν θέλεις να μιλήσεις” δείχνουν ότι νοιαζόμαστε και θέλουμε να βοηθήσουμε.
• Επικυρώνουμε την εμπειρία και τα συναισθήματά του διαβεβαιώνοντάς τον ότι είναι ok να έχει αυτά τα συναισθήματα. Δεν επιρρίπτουμε ευθύνες ούτε κρίνουμε κατά πόσο η αντίδραση του είναι σωστή ή υπερβολική.
Με την εξάσκηση της ενσυναίσθησής μας γινόμαστε ωφέλιμοι προς του άλλους και ταυτόχρονα ωφελούμαστε οι ίδιοι. Στην προσπάθεια αυτή μπορούμε να “γίνουμε η διαφορά” για τους άλλους αλλά και για τον ίδιο μας τον εαυτό.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
• https://www.verywellmind.com/what-is-empathy-2795562
• https://www.mentalhealthfirstaid.org/2021/08/practicing-empathy-as-a-mental-health-first-aider/
• https://www.dignityhealth.org/articles/mental-health-first-aid-how-to-help-someone-in-crisis