από την ψυχολόγο του “Θάλπος Καλαμάτας” Κυριακή Κορμά
Στα πρώτα στάδια της ζωής του, το βρέφος είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη μητέρα του, εγκιβωτισμένο σε ένα παραδείσιο συγκύτιο μαζί της και υπό το βλέμμα της προσεγγίζει τον κόσμο και χρωματίζει τη σχέση του με αυτόν. Αυτός ο αρχαϊκός τρόπος προσέγγισης του κόσμου, τρόπος βιωματικός και αισθητηριακός, χαράσσεται στον ψυχισμό του βρέφους και αφήνει ίχνη σε αυτόν, χαρτογραφώντας συνάμα την προσωπική του ιστορία.
Ως εκ τούτου, η σχέση μητέρας-βρέφους τα πρώτα χρόνια θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, διότι έχει βρεθεί να επηρεάζει όλες τις μελλοντικές σχέσεις που θα δημιουργήσει το άτομο. Η θεωρία αυτή έγινε γνωστή από το έργο του John Bowlby (ψυχίατρος και ψυχαναλυτής) ο οποίος αναγνώρισε πως η ποιότητα της προσκόλλησης με το πρόσωπο φροντίδας στη βρεφική ηλικία, καθορίζει την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου καθώς και τις μετέπειτα κοινωνικές του σχέσεις. Η φύση και η μορφή της πρώτης σχέσης λειτουργεί ως μοντέλο για τις σχέσεις, προκαλώντας προσδοκίες για το αν το άτομο είναι άξιο αγάπης και κατά πόσο μπορεί να βασιστεί στους άλλους.
Η μητέρα και το παιδί συνάπτουν ένα πολυσύνθετο δεσμό από την ώρα της σύλληψης. Αυτός ο δεσμός ενισχύεται κατά την ανάπτυξη του εμβρύου στη μήτρα, κατά το τοκετό και καταλυτικά κατά τα πρώτα έτη ζωής. Παραμένει ισχυρός και μοναδικός καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Η εναρμόνιση της μητέρας με το βρέφος, δηλαδή η ικανότητα της για ενσυναίσθηση, αποτελεί βασική λειτουργία για την παροχή της μητρικής φροντίδας. Αυτή φαίνεται να καλλιεργείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ενδοψυχικά στη μητέρα και στη συνέχεια εξελίσσεται, έως ότου να φθάσει σε μια ειδική κατάσταση, που ονομάστηκε από τον Winnicott (Παιδίατρος και ψυχαναλυτής) «Πρωταρχική Μητρική Ενασχόληση», βάσει της οποίας καθορίζεται και η πρωταρχική δόμηση του ανθρώπινου Εγώ. Το βρέφος σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να διαθέτει ένα συνεχές συναίσθημα ικανοποίησης της ύπαρξης του, η οποία θα είναι προφυλαγμένη από εξωγενείς παράγοντες και προστατευμένη από δυσάρεστα γεγονότα. Το κράτημα (holding), δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο η μητέρα κρατά το βρέφος, ο «χειρισμός» (handling), ο τρόπος με τον οποίο η μητέρα χειρίζεται και φροντίζει το βρέφος και η «παρουσία του αντικειμένου» (object-presenting), δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται το αντικείμενο. Γράφοντας για τη σχέση γονέα – βρέφους, ο Winnicott περιγράφει αυτό το «κράτημα» που παρέχει η μητέρα διαισθητικά, ως τη βάση για την ενσυναίσθηση και την εμπερίεξη των διαθέσεων και των αναγκών του μωρού, που διαφορετικά θα αντιμετώπιζε ως καταπάτηση της ύπαρξής του. Η ενθάρρυνση αυτού «που πρόκειται να γίνει» το μωρό, μέσω της παροχής ενός αξιόπιστου, ήρεμου περιβάλλοντος, επιτρέπει την ανάπτυξη της ενσωμάτωσης του Εγώ του μωρού, μια αναπτυσσόμενη αίσθηση εαυτού στον χώρο και στον χρόνο. Καθώς αναγνωρίζει και εσωτερικοποιεί την εμπειρία του προερχόμενη από τη φροντίδα της μητέρας, αποκτά τη βάση για τη μελλοντική του ψυχική υγεία. Εάν το κράτημα γίνεται με τρόπο ικανοποιητικό και σταθερό, το βρέφος διατηρεί ένα συνεχές αίσθημα Ύπαρξης και η ωρίμανση του Εγώ, εξελίσσεται φυσιολογικά. Ο «χειρισμός» του μωρού συμβαίνει αρχικά, παρέχοντάς του η μητέρα πλήρη πρόσβαση στο σώμα της, ιδανικά στην κατάσταση του θηλασμού, η οποία, λόγω των έντονων συναισθημάτων που προσφέρει στο μωρό, παρέχει ένα πλούσιο σχέδιο για τη διαμόρφωση των ενστικτωδών εμπειριών, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής. Ωστόσο, ο Winnicott εξηγεί επίσης ότι η χαλαρή τροφοδοσία μέσω μπουκαλιών προτιμάται σε σχέση με το θηλασμό που γίνεται σε ένα πλαίσιο έντασης και άγχους.
Κάπως έτσι διαμορφώνεται το αρχικό σκηνικό στο οποίο η μητέρα και το μωρό αναπτύσσουν τη σχέση τους. Σε αυτό το σημείο, ο πατέρας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη της συντρόφου του και στην καλλιέργεια του ήρεμου περιβάλλοντος, όπου η μητέρα μπορεί να αισθάνεται ελεύθερη να «ακολουθήσει τις οδηγίες του μωρού της», δίνοντάς του την ευκαιρία να αισθανθεί ότι οι αυθόρμητες κινήσεις και οι επιθυμίες του έχουν αξία. Αυτή είναι η φάση της «απόλυτης εξάρτησης». Το βρέφος δε γνωρίζει την ανάγκη του για τη μητέρα του, αλλά θα υποφέρει από τις συνέπειές του στο «δικό του σώμα» καθώς και από το εξωτερικό, αν δεν ήταν εκεί.
Αυτή η πρωταρχική μητρική ενασχόληση διαρκεί μερικούς μήνες μετά την άφιξη του μωρού και είναι η βάση για την απαραίτητη ομαλή ψυχολογική συνέχεια από το φυσικό περιτύλιγμα και την απορρόφηση των κραδασμών που βίωνε το βρέφος εντός της μήτρας. Βασικός είναι ακόμα ο κατοπτρικός ρόλος που διαδραματίζει η μητέρα λειτουργώντας ως καθρέφτης του βρέφους. Η μητέρα συχνά αποτελεί το κάτοπτρο στο οποίο αντανακλάται το πρόσωπο του παιδιού. Η διαδικασία αυτή διευκολύνει την πρώιμη δημιουργία της ανθρώπινης ταυτότητας και οδηγεί σταδιακά στη διαφοροποίηση του βρέφους από τη μητέρα. Μέχρι τον τέταρτο περίπου μήνα το βρέφος δεν αντιλαμβάνεται τη μητέρα ως «άλλο». Όταν η μητέρα είναι ψυχικά διαθέσιμη, συνήθως καταφέρνει να παίξει το ρόλο του κατόπτρου και να απαντά συναισθηματικά. Έτσι το παιδί καταλήγει εξελικτικά στην αναγνώριση του προσώπου της μητέρας και σταδιακά αποκτά και κάποια αντανάκλαση του εαυτού του. Έτσι προάγεται η πρωταρχική συναναστροφή και ανταλλαγή με τον εξωτερικό κόσμο και αναπτύσσεται η δημιουργική ικανότητα. Το παιδί έτσι αποκτά μια ασφαλή αίσθηση ύπαρξης.
Ένα αρκετά καλό «ταίριασμα» μεταξύ της μητέρας και του μωρού στην αρχή σημαίνει ότι το Εγώ της υποστηρίζει την Ύπαρξή του, ενώ παράλληλα καθορίζει τα θεμέλια της δόμησης της προσωπικότητάς του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Χολμς Τζερεμι, Ο John Bowlby και η θεωρία του δεσμού, Ελληνικά Γράμματα, Νοέμβριος 2009.
Winnicott D.Donald, Home is where we start from, Penguin, November 2003.
Winnicott D.Donald, Το παιδί, η οικογένεια και ο εξωτερικός του κόσμος, Καστανιώτης, Απρίλιος 2001.
Photo by Ana Tablas on Unsplash