από την ψυχολόγο του “Θάλπος Καλαμάτας”, Εύη Τσικρικού
Τον τελευταίο χρόνο, με την εμφάνιση του SARS-COV-2, το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού βιώνει μία πρωτοφανή κατάσταση που του προκαλεί, φόβο, ανασφάλεια, θυμό, άγχος και ευερεθιστότητα. Βιώνει όμως και μία πρωτόγνωρη μοναξιά.
Η μοναξιά έχει αναγνωριστεί (πριν την πανδημία) ούτως ή άλλως ως μείζον πρόβλημα για τη δημόσια υγεία που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο της ψυχικής και σωματικής ασθένειας, την γνωστική εξασθένηση, την αυτοκτονική συμπεριφορά και τη θνησιμότητα από διαφόρων ειδών αιτίας (Leigh – Hunt, 2017).
Για αρκετό κόσμο, μάλιστα, αυτή η περίσταση προστέθηκε σε μία ήδη υπάρχουσα κατάσταση μοναξιάς, προερχόμενη είτε από περιβαλλοντικά αίτια όπως έλλειψη οικογενειακού/ φιλικού/ συντροφικού πλαισίου είτε ως αποτέλεσμα κάποιας ψυχοπαθολογίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η κινητοποίηση για κοινωνική εξωστρέφεια που έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση τους τώρα αποκλείεται από το θεραπευτικό πλάνο, εμποδίζοντας σε μεγάλο βαθμό την διαχείριση τους.
Η απομόνωση, λοιπόν, από αγαπημένα πρόσωπα και δραστηριότητες, η απαγόρευση της γενικότερης αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα που επιζητά ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον, έχει φέρει τον περισσότερο κόσμο αντιμέτωπο με ένα αίσθημα μοναξιάς, το οποίο δεν ξέρει πως να το αντιμετωπίσει.
Αρχικά υπήρξε μία αισιόδοξη οπτική των πραγμάτων, η οποία “είδε” τον κοινωνικό περιορισμό ως ευκαιρία ενδοσκόπησης, και πράγματι για αρκετό κόσμο λειτούργησε θετικά. Αρκετοί ήταν αυτοί που αναθεώρησαν αξίες, αντιλήψεις ακόμα και σχέσεις. Τους δόθηκε χρόνος και χώρος να ανακαλύψουν πτυχές του εαυτού τους και να προχωρήσουν σε αποφάσεις ζωής. Όμως η παράταση αυτής της κατάστασης έχει αρχίσει να παρουσιάζει έντονο αρνητικό αντίκτυπο τόσο στον ψυχισμό των ανθρώπων όσο και στην τρέχουσα οικογενειακή/ερωτική/επαγγελματική τους ζωή.
Αν και ο καθένας έχει τα δικά του όρια ως προς τον βαθμό που μπορεί να είναι μόνος του – πολλοί είναι άλλωστε αυτοί που απολαμβάνουν την μοναχικότητα – όλοι όμως εκφράζουν παρόμοια απογοήτευση, διότι βρίσκονται σε οριακό σημείο ψυχικής εξάντλησης λόγω της μοναξιάς. Ακόμα και η μοναχικότητα από επιλογή έχει μετατραπεί σε υποχρεωτική μοναξιά με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τον καθένα ξεχωριστά. Οι κυβερνητικές πολιτικές ορθώς προτρέπουν τον κόσμο να περιορίσει τις επαφές του στα άτομα που διαμένουν στην ίδια οικεία, έτσι όμως αποκλείονται όσοι μένουν μόνοι τους. Οι οποίοι αφενός νιώθουν ότι οι ο δικές τους ανάγκες παραβλέπονται, εφετέρου έχουν ενοχικά συναισθήματα όταν το εκφράζουν με την σκέψη ότι ” τι πειράζει λίγη μοναξιά μπροστά σε τόσους θανάτους;”
Στην παρούσα χρονική στιγμή μπορεί να μην προβλέπεται δυνατότητα για άμεση λύση της κατάστασης αλλά είναι στην ευχέρεια του καθενός να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο. Από την μία αντιλαμβανόμενος ότι μέσω της κοινωνικής του απομόνωσης συνεισφέρει στο κοινό καλό, και από την άλλη βρίσκοντας μικρές διεξόδους που θα κάνουν υποφερτή την μοναξιά, όπως περίπατοι και jogging σε δημόσιους χώρους πχ πάρκα μόνος ή με ένα φίλο (διατηρώντας την απόσταση δύο μέτρων), επικοινωνία μέσω βίντεο-κλήσης, κοινωνικοποίηση μέσω των social media (συνετή χρήση), διερεύνηση νέων χόμπι, απόκτηση νέων δεξιοτήτων πχ εκμάθηση ξένης γλώσσας κ.ο.κ. Μία αναζήτηση στο διαδίκτυο μπορεί να δώσει πάρα πολλές ιδέες. Και το πιο σημαντικό, να μην πάψει να κάνει σχέδια και να ονειρεύεται!
Photo by Serkan Turk on Unsplash