Συχνή συμπεριφορά σήμερα αποτελεί η παρορμητική αγορά προϊόντων. Η κουλτούρα του καταναλωτισμού μας έχει δώσει τη δυνατότητα να υποκύπτουμε σε πειρασμούς και να αγοράζουμε διάφορα προϊόντα χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη μας τις συνέπειες των αγορών αυτών. Η συμπεριφορά αυτή χαρακτηρίζεται ως αρνητική διότι σχετίζεται άμεσα με το άγχος και τελικά τη δυστυχία.
Ωστόσο, εάν καταφέρουμε να την ελέγξουμε μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά η συναισθηματική μας ευεξία. Για να ελέγξουμεβέβαια κάτι, είναι σημαντικό πρώτα να το κατανοήσουμε.
Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, την έννοια της παρορμητικής αγοράς από ψυχολογική άποψη, θα πρέπει να θέσουμε το εξής ερώτημα: «Τι μας παρακινεί να αγοράζουμε κάποια προϊόντα χωρίς να τα έχουμε άμεση ανάγκη;” Στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολλές απαντήσεις στο ερώτημα αυτό, και γνωρίζοντας κάθε μια από αυτές θα βοηθήσουμε τον εαυτό μας να πάρει πιο έξυπνες και πιο ορθολογικές αποφάσεις την επόμενη φορά που θα πάμε για ψώνια και θα πιάσουμε τον εαυτό μας να θέλει να αγοράσει κάτι που δεν το χρειάζεται.
Τι χαρακτηρίζει έναν παρορμητικό αγοραστή;
Κατ ‘αρχάς, είναι πιο κοινωνικός, ανησυχεί για το κοινωνικό του κύρος αφού ενδιαφέρεται αρκετά για την εικόνα του και αντιμετωπίζει την αγορά προϊόντων σαν ένα τρόπο να εμφανίζεται καλύτερα στα μάτια των άλλων. Δεύτερον, δυσκολεύεται να διαχειριστεί τα συναισθήματά του και ιδιαίτερα το άγχος του, γεγονός που τον εμποδίζει να αντισταθεί σε συναισθηματικές παρορμήσεις οι οποίες οδηγούν σε σπατάλη χρημάτων. Τρίτον, βιώνει λιγότερο την ευτυχία ως συναίσθημα, ενώ πιστεύει πως αγοράζοντας κάτι μπορεί να φτιάξει την διάθεσή του. Τέλος, δεν αντιλαμβάνεται τις συνέπειες των εξόδων του, απλά θέλει να αποκτήσει αυτό που βλέπει.
Οι άνθρωποι που ψωνίζουν για ευχαρίστηση είναι πιθανότερο να αγοράσουν κάτι από παρορμητισμό. Όλοι θέλουμε να βιώσουμε την ευχαρίστηση και όντως είναι πολύ ευχάριστοόταν ψωνίζουμε να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να αποκτήσουμε όλα όσα μας αρέσουν. Ωστόσο, αυτού του είδους η ευχαρίστηση είναι αποτέλεσμα μιαςεικονικής ιδιοκτησίας που οδηγεί στο να συνεχίσουμε να αγοράζουμε ώστε να συνεχίσουμε να βιώνουμε αυτή την ευχαρίστηση.
Η έννοια της εικονικής ιδιοκτησίας αφορά ένα άλλο κίνητρο για παρορμητική αγορά που είναι η σύνδεση μεταξύ του καταναλωτή και του προϊόντος. Όταν συνδεόμαστε με το προϊόν, κυριολεκτικά αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο το αντιλαμβανόμαστε. Το μυαλό μας ουσιαστικά αρχίζει να σκέφτεται σαν να έχει ήδη αποκτήσει το προϊόν, κάτι που κάνει ακόμα δυσκολότερη την αποχώρησή μας από το μαγαζί χωρίς να το έχουμε αγοράσει.
Και στο σημείο αυτό αναρωτιόμαστε το εξής: “Πως διαμορφώνεται η σύνδεσή μας με το προϊόν”; Η υλική σύνδεση με ένα προϊόν δημιουργείται όταν βρισκόμαστε κοντά σε αυτό και είμαστε σε θέση να το αγγίξουμε. Η χρονική σύνδεση δημιουργείται όταν είμαστε σε θέση να το αγοράσουμε άμεσα και η κοινωνική σύνδεση όταν βλέπουμε κάποιον να το χρησιμοποιεί και συγκρίνουμε τον εαυτό μας με το πρόσωπο αυτό.
Πώς όλοι αυτοί οι παράγοντες συνδέονται μεταξύ τους και αλληλεπιδρούν σε εμάς ως καταναλωτές;
Λοιπόν,ας φανταστούμε το εξής υποθετικό παράδειγμα: Έχουμε μια κυρία η οποία αισθάνεται δυστυχισμένη και στη θέα μιας τσάντας παίρνει μια ανάσα ευτυχίας. Η αντίληψη που έχει για το δρόμο προς την ευτυχία την παρακινεί να πάει για ψώνια, όπου μια τσάντα της κλείνει το μάτι. Την κοιτάζει, φυσικά την πιάνει για να την επεξεργαστεί, ενώ ταυτόχρονα φαντάζεται κάποια φίλη της να την κρατάει. Της αρέσει πολύ και αισθάνεται ευτυχία μόνο με τη σκέψη ότι μπορεί να την αποκτήσει άμεσα. Στην παρόρμηση της να αγοράσει τη τσάντα αδυνατεί να αντισταθεί και τελικά την αγοράζει χωρίς να αναλογιστεί εάν είναι πολύ ακριβή. Μόλις, όμως, συνειδητοποιήσει πως η αγορά αυτή ήταν μια επιπόλαια κίνηση νιώθει τύψεις και επανέρχεται η δυστυχία, το συναίσθημα δηλαδή που ήθελε αρχικά να σταματήσει να βιώνει.
Γνωρίζοντας τους παράγοντες εκείνους που παρακινούν μια παρορμητική αγορά και κατά πόσο αυτοί μας επηρεάζουν μπορεί να μας βοηθήσει στο να ξοδεύουμε λιγότερα χρήματα. Όλοι συμπεριφερόμαστε παρορμητικά σε κάποιο βαθμό και μάλιστα έως ένα ορισμένο επίπεδο μπορεί να θεωρηθεί αβλαβές. Ωστόσο, όταν συμβαίνει σε υπερβολικό βαθμό μπορεί να προκαλέσει τη δημιουργία χρέους και συναισθημάτων δυστυχίας.
Γι’ αυτό, καλό θα ήταν να μάθουμε να αναγνωρίζουμε τα εξής προειδοποιητικά σημάδια: Πιάνουμεσυχνά τον εαυτό μας να ξοδεύει χρήματα χωρίς να σκέφτεται τι αγοράζει ή γιατί το αγοράζει; Αισθανόμαστε αδικαιολόγητα πολλή ευχαρίστηση όταν πραγματοποιούμε αγορές; Αισθανόμαστε ξαφνικά την ανάγκη να αγοράσουμε κάτι όταν φανταζόμαστε να το χρησιμοποιούμε ή όταν συνειδητοποιούμε ότι μπορούμε να το αποκτήσουμε άμεσα ή όταν σκεφτόμαστε κάποιον φίλο μας να το έχει;
Επίσης, για να καταλάβουμε εάν μια αγορά είναι παρορμητική ή όχι, ας αναρωτηθούμε: “Σχεδίαζα να το αγοράσω αυτό ή μόλις απέκτησα την ανάγκη”; Εάν δεν σχεδιάζαμε να το αγοράσουμε, μάλλον ωθούμαστε στο να πραγματοποιήσουμε μια παρορμητική αγορά. Επιστρέφοντας το προϊόν στο ράφι και απορρίπτοντας την αγορά σαν επιλογή, βοηθάμε τον εαυτό σας. Απορρίπτουμε την ιδέα πως εάν το αγοράσουμε θα είμαστε πιο χαρούμενοι, πιο σεβαστοί ή πιο ολοκληρωμένοι. Με αυτό τον τρόπο, όχι μόνο θα εξοικονομήσουμε χρήματα αλλά θα γίνουμε εξυπνότεροι καταναλωτές και πιθανότατα πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι.