Η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα σύνδρομο ψυχικής, σωματικής και πνευματικής κόπωσης. Στην ουσία αποτελεί την αντίδραση του εργαζόμενου στο χρόνιο εργασιακό στρες και χαρακτηρίζεται από τρεις διαστάσεις: την συναισθηματική εξάντληση, όπου ο εργαζόμενος αισθάνεται ψυχικά άδειος, την αποπροσωποποίηση, όπου ο εργαζόμενος αναπτύσσει ένα μηχανισμό άμυνας προκειμένου να αντιμετωπίσει αυτή την συναισθηματική εξάντληση, και το αίσθημα μειωμένων προσωπικών επιτευγμάτων που προκύπτει ως αποτέλεσμα των δυο παραπάνω (Maslach, 1997).
Κάποια από τα συμπτώματα μπορεί να είναι αυπνία ή υπερβολικός ύπνος, συχνοί πονοκέφαλοι, γαστρεντερικές ενοχλήσεις, δερματίτιδες, σωματική εξάντληση, ροπή σε ατυχήματα, αυξημένη χρήση αλκοόλ, θυμός/ευερεθιστότητα, αίσθημα αποτυχίας, έλλειψη συναισθηματικού ελέγχου (Unger, 1980).
Παρουσιάζεται συνήθως σε άτομα που η εργασία τους έχει το στοιχείο της προσφοράς, όπως για παράδειγμα σε γιατρούς, νοσηλευτές, δασκάλους, καθηγητές, κοινωνικούς λειτουργούς, αλλά και σε πολλά άλλα επαγγέλματα που η επένδυση χρόνου σε συνδυασμό με μια μεγάλη συναισθηματική εμπλοκή δεν φέρνει επαγγελματική ικανοποίηση. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετά συχνά τη συναντάμε σε διευθυντικά στελέχη και υπαλλήλους τηλεφωνικών κέντρων.
Οι λόγοι είναι πολλοί, το εξαντλητικό ωράριο εργασίας και οι υπερβολικές ευθύνες. Επίσης, οι δυσχερείς και συγκρουσιακές σχέσεις μέσα στον εργασιακό χώρο, η ακατάπαυστη εργασία ή η συνεχής ενασχόληση με ένα αντικείμενο αδιάφορο για μας. Σημαντικός λόγος είναι επίσης και η έλλειψη αναγνώρισης και επιβράβευσης της δουλειάς σε οικονομικό ή/και σε ηθικό πλαίσιο, όπως και η ανασφάλεια σε σχέση με τη δουλειά και το εργασιακό μέλλον.
Ένα πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και η αποδοχή του προβλήματος. Είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε και να επιλύσουμε τους παράγοντες που την προξενούν ή να βρούμε τρόπους εκτόνωσης τους. Επιπλέον, σημαντικό είναι να αρχίσουμε να θέτουμε ρεαλιστικότερες εργασιακές προσδοκίες και να συνειδητοποιήσουμε ότι οι αποτυχίες και τα λάθη είναι και αυτά μέσα στο πρόγραμμα.
Σημαντική είναι και η σωστή διαχείριση του χρόνου. Η αναλυτική καταγραφή των υποχρεώσεων και προθεσμιών μας και η όσο πιο πιστή τήρηση ενός χρονοδιαγράμματος θα μας βοηθήσουν να είμαστε συνεπείς στις επαγγελματικές υποχρεώσεις μας χωρίς να φτάνουμε στα όρια της υπερκόπωσης. Επιπρόσθετα, χρειάζεται να μάθουμε να αρνούμαστε την ανάληψη επιπλέον υποχρεώσεων όταν δεν υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος να τις διεκπεραιώσουμε έτσι ώστε να διατηρούμε τις ισορροπίες μας αλλά και να μη συνδέετε το όνομα μας με ασυνέπεια στα μάτια συνεργατών και προϊσταμένων.
Πέρα από αυτό, αναγκαίο είναι να επαναξιολογήσουμε το χρόνο που αφιερώνουμε στη δουλειά σε σχέση με αυτόν που αφιερώνουμε στον εαυτό μας και στα αγαπημένα μας πρόσωπα. Αν ο χρόνος είναι δυσανάλογος, θα χρειαστεί να αναδιαμορφώσουμε το πρόγραμμα και τις προτεραιότητες μας, εντάσσοντας σε αυτό χρόνο αφιερωμένο σε δραστηριότητες που μας γεμίζουν και μας ενδιαφέρουν, στην άσκηση, την χαλάρωση, την ξεκούραση και φυσικά στους δικούς μας ανθρώπους. Με αυτόν τον τρόπο θα «φορτίσουμε» τις μπαταρίες μας, θα εκτονώσουμε το άγχος μας και θα βελτιωθεί και ο τρόπος που βλέπουμε τη δουλειά μας.
Τέλος, είναι σημαντικό να αποφεύγουμε την απομόνωση, καλό είναι να ζητήσουμε τη βοήθεια του οικογενειακού ή συναδελφικού μας περιβάλλοντος σε περίπτωση που τη χρειαζόμαστε. Αν παρόλα αυτά τα συμπτώματα επιμένουν ίσως χρειαστεί να συμβουλευτούμε κάποιον ειδικό.
Βιβλιογραφία:
- Αντωνίου, Αλέξανδρος-Σταμάτιος (2008), Burnout: σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης, ερευνητικές προσεγγίσεις, εκδ. University Studio Press.
- www.Medicinenet.Com/stress
- Don Unger, (1980), Superintendent Burnout: Myth or Reality, PhD, Ohio State University.
- Maslach, C., Leiter, P.M. (1997), The truth about burnout, εκδ. Jossey‐Bass Publishers.