Εμφανίζεται πριν την ηλικία των 45 ετών και τα συμπτώματα διαρκούν περίπου για έξι μήνες ή και περισσότερο. Εμφανίζεται το ίδιο συχνά σε άνδρες και γυναίκες, αλλά στις γυναίκες φαίνεται ότι ξεκινά κατά μέσο όρο τρία με πέντε χρόνια αργότερα.
Ο όρος σχιζοφρένεια προτάθηκε από τον Eugene Bleuter το 1911 για να περιγράψει το σύνδρομο που νωρίτερα (1860) ο Benedict Augustin Morel είχε ονομάσει πρώιμη άνοια και που με το όνομα αυτό ο Emil Kraepelin (1896) το διέδωσε σε όλο τον κόσμο.
Ο νοσηλευτής είναι εκείνο το άτομο που θα συμβάλλει στην πρόληψη της εμφάνισης της νόσου, εφόσον γνωρίζει τα πιθανά αίτια που την προκαλούν. Αυτό επιτυγχάνεται με την ενημέρωση των κοινοτήτων σχετικά με τους βλαπτικούς αυτούς παράγοντες.
Στην ύπαρξη ατόμων με σχιζοφρένεια ο νοσηλευτής αναλαμβάνει να εκπαιδεύσει τον ασθενή και το οικείο περιβάλλον που τον φροντίζει ώστε να ακολουθήσει τις συμβουλές του ιατρού σχετικά με την φαρμακευτική αγωγή και την ψυχολογική υποστήριξη, καθώς επίσης και την αντιμετώπιση ψυχικών κρίσεων του ασθενούς.
Βασικό μέλημα του είναι, επίσης, η επανένταξη του ασθενούς στην κοινωνία και η αποδοχή του σε αυτή ως ένα φυσιολογικό μέλος. Ο νοσηλευτής βοηθά τον ασθενή να φθάσει στο καλύτερο δυνατό σημείο φροντίδας, δηλαδή να καλύπτει μόνος του τις ανάγκες του ή να αυτοεξυπηρετείται.
Αρχές για την σωστή φροντίδα ατόμων με σχιζοφρένεια:
- Διατήρηση της σωματικής υγείας και ασφάλειας.
- Ανάπτυξη έμπιστης διαπροσωπικής σχέσης μαζί του.
- Προσανατολισμός στην πραγματικότητα.
- Βοήθεια στην επικοινωνία ώστε να κατανοεί τον εαυτό του και τους άλλους.
- Βοήθεια στο χειρισμό του άγχους.
- Προώθηση της συμμόρφωσης του στην νοσηλευτική και θεραπευτική αγωγή.
- Βοήθεια να εκτελεί καθημερινές εργασίες.
- Ενίσχυση της επικοινωνίας και των συναναστροφών με το κοινωνικό περιβάλλον.
- Ενθάρρυνση και επιβράβευση της κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς.
Σημαντικό κομμάτι για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας είναι η εκπαίδευση της οικογένειας.
- Επαρκής ενημέρωση για την κατάσταση της σχιζοφρένειας και τις υπάρχουσες θεραπείες.
- Έκπαίδευση για την λήψη της αντιψυχωσικής αγωγής που καθορίζεται από τον θεράποντα ιατρό.
- Παροχή σωστής εκπαίδευσης με σκοπό την απόκτηση δεξιοτήτων καταπολέμησης του άγχους.
- Στήριξη για αντιμετώπιση προβλημάτων που ανακύπτουν λόγω φόβου ή αίσθησης κοινωνικού αποκλεισμού που βιώνουν.
Παρά την απαισιόδοξη προοπτική που έχουν οι πιο πολλοί άνθρωποι σε ότι αφορά τους ψυχωσικούς και την «ανάρρωση» τους, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να βελτιώσουν τους όρους ζωής τους και σημαντικό βήμα για αυτό είναι η συμβολή των νοσηλευτών για την ανάκτηση των επικοινωνιακών τους δεξιοτήτων μέσω των οποίων μπορούν να εκφράσουν, να αλληλεπιδράσουν, να γίνουν πάλι «ανεξάρτητοι».
Είναι καθήκον όλων μας να απομακρύνουμε οποιαδήποτε προκατάληψη και να συμβάλλουμε στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των ψυχικά ασθενών, στοιχείου που θα επιφέρει βελτίωση του γενικότερου κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζούμε.
Πηγές:
- www.iatropedia.gr
- www.psychologia.gr
- www.iatror.gr