από την κοινωνική λειτουργό του Κλιμακίου «Θάλπος Ιστιαίας» Μαρία Πετκίδου
Μία από τις εντονότερες και πιο καθησυχαστικές αναμνήσεις των περισσότερων ενηλίκων είναι η αφήγηση παραμυθιών. Ιστορίες ήδη γνώριμες ή καινούργιες, από την φαντασία των κοντινότερων προσώπων φροντίδας που μεταφέρονταν στα παιδιά είτε με παραστατική αφήγηση είτε με απευθείας ανάγνωση από σκληρόδετα πολύχρωμα βιβλία που πάντα έφεραν την χαρακτηριστική μυρωδιά του χαρτιού.
Ιστορίες όπως η «Κοκινοσκουφίτσα», η «Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι», η «Ραπουνζέλ» και η «Σταχτοπούτα» μεταφέρονται από γονιό σε παιδί πολύ πριν την πιο γνωστή παράδοσή τους από τους αδερφούς Γκριμ στις αρχές του 19ου αιώνα (Ashliman. 2004). Πρόκειται για ένα πολιτισμικό και χρονολογικό χάσμα που καθιστά πλέον αδύνατη την ανάγνωση των ιστοριών χωρίς την άσκηση κριτικής, ακόμα και από τους πιο φανατικούς αναγνώστες.
Παρά την πολιτισμική τους αξία τα παραμύθια της εποχής των Γκριμ λειτουργούν ως φορείς ιδεών, αξιών και στερεοτύπων που καθρεφτίζουν την εποχή συγγραφής τους. Γιατί, όμως, ιστορίες οι οποίες απευθύνονται σε παιδιά, ακόμα και μια άλλης εποχής και αναφέρονται σε κόσμους μαγικούς και καλυμμένους υπό το πέπλο της αθωότητας, χτυπούν τόσα πολλαπλά καμπανάκια στους νέους αναγνώστες;
Η απάντηση γίνεται πιο ξεκάθαρη αν ξεχωρίσουμε την σημερινή χρήση των κλασικών παραμυθιών ως αποκλειστικά παιδικές ιστορίες από αυτήν της εποχής συγγραφής τους που απευθύνονταν τόσο σε μικρούς όσο και σε μεγάλους, γεγονός που απαιτούσε την διπλή νοηματοδότηση των κειμένων.
Σε συνδυασμό με το ότι τα παραμύθια, συχνά αντανακλούν τις πιο σκοτεινές πτυχές των κοινωνιών που «διανύουν», πολλά από αυτά αναφέρονταν σε θέματα ταμπού που εξέφραζαν τους φόβους της εκάστοτε κοινωνίας (Ashliman. 2004). Οι πιο συχνοί από αυτούς ήταν ο φόβος γονικής εγκατάλειψης, φόβος παραμονής σε κατάσταση φτώχειας φόβος φλερτ με λάθος ταίρι που θα είχε ως αποτέλεσμα την σπίλωση της εικόνας της νεαρής κοπέλας, ο φόβος για τον καινούργιο γονιό (μητριά) και, αντίστοιχα, ο φόβος μη αποδοχής από το παιδί του καινούργιου συζύγου. Εκεί, είναι που ερχόταν ένας δράκος, ένα παλάτι και «όλα τα καλά» (και κακά) μέσα από την φαντασία, το χιούμορ και την μοίρα να προσφέρουν απαντήσεις σε ερωτήματα της καθημερινής ζωής, γιατί –χωρίς το γκουγκλ- ακόμη και οι επιφανειακές και κωμικές απαντήσεις είχαν το αποτέλεσμα να ξεκινήσουν μία συζήτηση που ίσως έδινε την πραγματική απάντηση.
Οι φόβοι αυτοί, κάποιοι λιγότερο και κάποιοι περισσότερο, απασχολούν παιδιά και ενήλικες όλων των εποχών. Γιατί, λοιπόν, παρατηρείται τέτοια έλλειψη ταύτισης με τα σημερινά προβλήματα, σε σημείο τα παραδοσιακά παραμύθια να λειτουργούν απλά ως παιδικές ιστορίες που τις κρίνουν ακόμα και οι πιο μικροί αναγνώστες;
Μέσα από το στοιχείο του συμβολισμού που παρουσιάζεται έντονο, κατά παράδοση, τα λαϊκά παραμύθια είχαν ως σκοπό την γλωσσική, πολιτισμική και ιδεολογική μεταβίβαση ιδεών από γενιά σε γενιά (Keithley. 2013) Ακριβώς αυτές οι ιδέες είναι που έχουν αλλάξει και μειώνουν την λειτουργία των παραδοσιακών παραμυθιών από εκπαιδευτικές διόδους κατά την ηλικιακή μετάβαση σε ευφάνταστες ιστοριούλες για ήρεμο ύπνο.
Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να φανταστεί ένα κοριτσάκι σήμερα τον εαυτό της να περιμένει καρτερικά τον πρίγκιπα με το μαγικό φιλί να την σώσει, ή ένα αγοράκι να πάει να πολεμήσει για τις κατακτήσεις ενός βασιλιά με ατομικιστικά ιδανικά, ενώ παράλληλα στην εποχή της, ολοένα και εντονότερης, αστικοποίησης ο συμβολισμός του δάσους ως το άγνωστο και του λύκου ως τον «κακό» χάνουν όλο και περισσότερο το νόημα.
Σε μια δεύτερη ανάλυση, μάλιστα, προκαλούν θυμό που ακόμα και έμμεσα μεταβιβάζουν εντυπώσεις ανισότητας ανάμεσα στα δύο φύλα και στις κοινωνικές σχέσεις. Μιλώντας για συγκεκριμένα μοτίβα στερεοτύπων: σύμφωνα με την Keithley (2013) αποφεύγεται έντονα στα, ινδοευρωπαικής προέλευσης, παραμύθια να κατηγορηθεί ο άνδρας. Ακόμα και αν τα προβλήματα του θύματος (όπως στο κλασικό «Donkeyskin») πηγάζουν από αυτόν, η συμπεριφορά του θα δικαιολογηθεί είτε με το πρόσχημα της κατάστασης μανίας μετά από έντονη λύπη, είτε από «μάγια» στα οποία έπεσε ο ίδιος θύμα με θύτη κάποια γυναίκα. Αντίθετα ο «κακός» της υπόθεσης θα είναι συνήθως μια γυναίκα είτε με τον ρόλο της μάγισσας είτε με τον ρόλο της κακιάς μητριάς (και μάγισσας). Έμφυλη διάκριση που γίνεται πιο ξεκάθαρη αν σκεφτούμε τα συνοδευτικά κοσμητικά επίθετα: «Κακία Μάγισσα» και «Σοφός Μάγος».
Αυτό το εκπαιδευτικό κενό με την χρήση του παραμυθιού έρχονται, σήμερα, καινούργια παραμύθια να το γεμίσουν με θέματα ενεργά και φλέγοντα της σημερινής εποχής, όπως η προσφυγιά, η μετανάστευση, το διαζύγιο και πιο διαχρονικά όπως ο θάνατος. Με έντονη την προσπάθεια να μην προβληθούν στερεότυπα και κεντρισμένα στον σκοπό ευαισθητοποίησης τα, μικρότερα σε έκταση, σημερινά παραμύθια χτίζουν πολύχρωμους κόσμους, ακολουθώντας το παράδειγμα των παραδοσιακών ιστοριών, για να φέρουν σε επαφή τους μικρούς αναγνώστες με τις αλλαγές της καθημερινής ζωής που τους αγχώνουν.
Ενώ, παράλληλα, με την χρήση εικόνας και ήχου παίρνουν πιο παραστατικές μορφές δημιουργώντας παραλληλισμό μεταξύ των παραμυθιών και των ταινιών τρόμου ως προς τις εικόνες βίας που και τα δύο είδη προβάλλουν και τους μονοδιάστατους χαρακτήρες που δημιουργούν (Keithley, 2013). Ενώ τα ίδια τα παραδοσιακά παραμύθια έχουν πάρει την θέση τους στην μεγάλη οθόνη με παραλλαγές προκειμένου να γίνει σύνδεση του σημερινού κοινού μεγάλου εύρους ηλικιών με τον τότε φανταστικό κόσμο.
Καταλήγουμε, λοιπόν, ότι το παραδοσιακό παραμύθι δεν πέθανε, απλώς, όπως ορίζει και η φύση του, τόσο όλα τα χρόνια που μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά προφορικά όσο και μετά την έντυπη έκδοσή τους, άλλαξε. Με την διατήρηση του ίδιου σκελετού, τα πιο γνωστά και αγαπητά παραμύθια προσαρμόστηκαν στις ανάγκες, τις αξίες και τις ιδέες της εποχής δίνοντας παράλληλα χώρο στην δημιουργία νέων μορφών τέχνης οι οποίες με την σειρά τους θα τονίσουν τα πιο σκοτεινά στοιχεία της σημερινής κοινωνίας και θα δώσουν την ευκαιρία στις επόμενες γενιές να τα κρίνουν και να κάνουν «καλύτερα».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ashliman, D. L. (2004). Folk and Fairy tales: A handbook. Greenwood Press.
Keithley, Jordan L., “Once upon a time: fairytales past and present” (2013). EWU Masters Thesis Collection. 238
Photo by Дмитрий Хрусталев-Григорьев